|
Ο δίσκος της Φαιστού , ένα παράδειγμα Γραμμικής Α' |
Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΓΕΩΡΓΟΥΔΗ
Πολιτιστικό γεγονός διεθνούς εμβέλειας είναι η ανάγνωση της Γραμμικής Γραφής Α από τον Ηρακλειώτη ερευνητή Μηνά Τσικριτζή. Μελέτη η οποία κυκλοφορεί τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης με τίτλο: «Γραμμική Α. Συμβολή στην κατανόηση μιας αιγαιακής γραφής».
Το βιβλίο που προλογίζεται από την επίκουρο καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Κατερίνα Κόπακα, αναμένεται να προκαλέσει έντονους και γόνιμους προβληματισμούς στη διεθνή επιστημονική κοινότητα αλλά και στους μη ειδικούς, αφού σύμφωνα με την τεκμηριωμένη άποψη του μελετητή, η Γραμμική Γραφή Α είναι ελληνική γραφή, η οποία -όπως είναι φυσικό- μετατοπίζει ιστορικά τη χρήση της ελληνικής γραφής στην περίοδο (1750 π.Χ. – 1450 π.Χ.).
Σύμφωνα με την άποψη του κ. Τσικριτσή, η Γραμμική Γραφή Α αποτελεί μία από τις «αρχαιότερες συλλαβικές γραφές της ανθρωπότητας και -μαζί με τα κρητικά ιερογλυφικά- την πιο παλιά γραφή του ευρωπαϊκού πολιτισμού». Παράλληλα, η Γραμμική Β είναι προϊόν εξέλιξης της Γραμμικής Α.
Ο συγγραφέας, που είναι καθηγητής Πληροφορικής, στη διάρκεια των μεταπτυχιακών του σπουδών στη Θεολογία, ανέπτυξε έναν αλγόριθμο «ελέγχου της ταυτότητας και της γνησιότητας των ψευδεπίγραφωνχριστιανικών κειμένων, εφαρμόζοντας στατιστικές μεθόδους πάνω στα φωνήματα, τις συλλαβικές αξίες και τη συχνότητα των ριζών των λέξεων που συνθέτουν ένα κείμενο. «Κατά τη διάρκεια δοκιμών που έγιναν για το παραπάνω πρόγραμμα», όπως μας λέει, «επιχείρησα να εφαρμόσω τη μέθοδο και στα αρχεία των λέξεων της Γραμμικής Α και Β, αρχεία που δημιούργησα με βάση τα διαθέσιμα συλλαβογράμματα των δύο γραφών». Το αποτέλεσμα του εν λόγω πειραματισμού ήταν πως οι φωνητικές αξίες 20 συλλαβογραμμάτων της Γραμμικής Α που μέχρι τότε έπαιρναν «στη βιβλιογραφία τις φωνητικές αξίες των αντίστοιχών τους της Γραμμικής Β με μόνο κριτήριο τη μορφολογική ομοιότητα των συμβόλων, θα μπορούσαν να αλλάξουν, αν χρησιμοποιούνταν ως επιπλέον κριτήριο και η συχνότητα εμφάνισής τους στην αρχή και στο τέλος των λέξεων».
Κάνοντας μια σύγκριση μεταξύ των αποκρυπτογραφημένων λέξεων της Γραμμικής Β και της μεταγραφής της Γραμμικής Α εξάγονται συμπεράσματα εντυπωσιακών αντιστοιχιών.
«Πραγματικά, από τα διαθέσιμα στατιστικά δεδομένα της Γραμμικής Β διαπιστώνεται ότι το 65% των λέξεων είναι κύρια ονόματα. Αν αυτό το ποσοστό αφαιρεθεί από το σύνολο των γνωστών λέξεων της Γραμμικής Β μένουν περίπου 1.000 λέξεις -δεν είναι κύρια ονόματα. Και απ’ αυτές μόνο το 1/3 (350) λέξεις είναι διαφορετικών τύπων κλιτές λέξεις. Από τα υπόλοιπα 2/3 (650 λέξεις), μόνο οι μισές ερμηνεύονται με αντίστοιχους ομηρικούς ή κλασικούς τύπους, με σχετική βεβαιότητα και με βάση το λογιστικό περιεχόμενο των πινακίδων και τη χρήση τους».
Περίπου αντίστοιχα ποσοστά με ελάχιστες αποκλίσεις συναντώνται αναλογικά και στην εφαρμοζόμενη μεταγραφή της Γραμμικής Α. Συγκεκριμένα, ο συγγραφέας αναφέρει τα εξής στοιχεία:
«Από ένα σύνολο, δηλαδή, περίπου 600 λέξεων, 420 είναι κύρια ονόματα και τοπωνύμια (ποσοστό=2/3).
Από τις υπόλοιπες 180 λέξεις (ποσοστό=1/3), οι μισές αναγνωρίζονται με σχετική βεβαιότητα και με βάση ομηρικούς και κλασικούς τύπους, στους οποίους παραπέμπει από τη μια το περιεχόμενο των κειμένων και από την άλλη η λειτουργία -χρήση των ενεπίγραφων ευρημάτων. Οι υπόλοιπες 90 λέξεις που δεν αναγνωρίζονται, πιθανόν, να σχετίζονται με απολεσθείσες λέξεις ή με ξένα γλωσσικά δάνεια, κυρίως σε περιοχές όπως η ανατολική Κρήτη».