ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2013

Ήμουν κι εγώ εκεί … (Μουσική βραδιά πανσελήνου, στον αρχαιολογικό χώρο της Ρόκκας, με την Ευανθία Ρεμπούτσικα).


-         Μανόλη, πώς τον λένε μωρέ τον χώρο που μας πήγες τις προάλλες; εκεί που ήταν ένας βράχος που ‘μοιαζε με δόντι, τραπεζίτης;…
-         Α, Σπύρο, λες για την Ρόκκα!
-         Ναι! Ναι! Λοιπόν εκεί θα κάνει συναυλία η Ρεμπούτσικα! Με την πανσέληνο. Στον αρχαιολογικό χώρο. Ποιόν αρχαιολογικό χώρο;
-         Πάμε και θα σου δείξω.
        Βραδιά πανσελήνου κι οι μοναχικοί λύκοι, που βρυχώνται στη θέα του γεμάτου φεγγαριού, ο σεληνιασμός του Αυγούστου, τράβηξαν τα βήματά μας στο πίσω μέρος του βράχου, μοναχικοί λύκοι κι εμείς, με τόσους και τόσους άλλους μοναχικούς λύκους, ας είναι καλά το κλάμα του βιολιού της Ευανθίας, και το κλάμα του μωρού που νύσταζε κάτω από το ολόγιομο φεγγάρι, με κάτι μικρά συννεφάκια να … σκεπάζουν τα μάτια του, να μην βλέπει τις ορδές των θαυμαστών, τίνος άραγε;, του αρχαιολογικού χώρου, που «τον καθαρίσαμε» λέει ο παρουσιαστής της βραδιάς, συμπληρώνοντας «… με πολύ κόπο», αλλά δεν μας είπε από τι, μόνο τα κατάλοιπα μιας …οσμής, που πρόδιδαν την φύση των σημερινών ενοίκων και που δεν τον είδαμε ποτέ – το σκοτάδι είχε ήδη πέσει και το φεγγάρι δίσταζε να φωτίσει τα δύσκολα περάσματα των ορδών που συνέρρεαν και που φώτιζαν τα βήματά τους με τους … φακούς των κινητών, όσο δεν απαντούσαν «έλα ρε Γιάννη, που είσαι δεν σε βλέπω!...», «θα … σκάσεις ρε μ…, ν’ ακούσουμε την Ευανθία», έκλαιγε το βιολί, έκλαιγε και το νήπιο, «θέλω παγωτό!» και που να το βρει ο δύσμοιρος, «άκουσες Γιώργο, το παιδί θέλει παγωτό!», τι διάολο, γκαστρωμένο ήτανε, «εδώ, εδώ, είναι ωραία! τα βλέπεις όλα …» από πού μωρή, από … κάτω, άσε το σκοτάδι και το φεγγάρι να παίζει κρυφτό με τα συννεφάκια, η ορχήστρα να χτυπιέται σε μιαν εξέδρα  που έτρεμε λες και γινότανε σεισμός επτά ρίχτερ, αλλά άντεξε μέχρι τέλος, τώρα ποιος ακούει την μουσική, την Ευανθία την ξέρουμε (αν) από το ραδιόφωνο (και πάλι …αν), ένας κινούμενος θάμνος, σαν το δάσος του Dawnsea στον Μάκβεθ, με την κάφτρα του τσιγάρου στην μέση, πρόδιδε το περιφερόμενο δίκην άρπυιας afro look της κυρίας, «δεν μπορώ να ανέβω άλλο!», τι το ‘θελες μωρή το γοβάκι στα κατσάβραχα και μετά, μετά το ποτάμι άλλαξε ροή, μπήκε στην κοίτη εξόδου – κανονική ροή, υπερχείλιση – χέστηκαν για την συναυλία, το κρύο ήταν αρκετό, «ναι αγάπη μου είναι καταπληκτικά!, έχασες!!!», ροβόλησε ο πολύς κόσμος, τα αυτοκίνητα κάνανε convoy, μέχρι την εθνική, μετά ράλλυ ποιος θα πρωτοπρολάβει την … μπριτζόλα.
-         Μανόλη, πώς το είπες τον αρχαιολογικό χώρο; Και ποιά τραγούδησε;
-         Δεν, … δεν θυμάμαι! Πάντως ΗΜΟΥΝ ΚΙ ΕΓΩ ΕΚΕΙ!!!


  Χανιά, πανσέληνος Αυγούστου 2013,
ένας βρυχώμενος λύκος
 Μανόλης Πουλής

Υ/Γ. Πάντως η συναυλία ήταν καταπληκτική, η ιδέα να γίνει στον χώρο υπέροχη, η προσπάθεια των διοργανωτών υπεράνθρωπη και άξια συγχαρητηρίων, ακόμα και οι … λύκοι επέδειξαν, σε μεγάλο βαθμό, σεβασμό κι αξιοπρέπεια. Ε τώρα για μερικά πταισματάκια ας μου επιτραπεί το … χιούμορ.


1 σχόλιο:

  1. έχετε και τα τυχερά σας στην κρήτη βρε μανώλη,εμεις μέχρι το ερημοχώρι του λέων να πάμε και πολύ....

    ΑπάντησηΔιαγραφή