Μανόλης Πουλής
«Σαράντα μέρες» με τους Αγγέλους
Ας θυμηθούμε –
όπως γράφει κάπου ο σοφός μας δάσκαλος Κώστας Γιαννημάρας- τον στοχαστή ποιητή
Νικηφόρο Βρεττάκο, ο οποίος έπλεξε με την ποιητική του ευαισθησία τους εξής
στίχους:
«Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φως
Θα ελιχθώ προς τα πάνω...
Κι‘ αν ανάμεσα στους ουράνιους διαδρόμους
συναντήσω αγγέλους, θα τους μιλήσω
Ελληνικά, αυτοί δεν ξέρουν γλώσσες.
Μιλάνε με μουσική».
Κι έτσι θα με καταλάβουν.
Ναι, φίλε
Μανόλη, σε καταλαβαίνουν όλοι οι άγγελοι τώρα, διότι μιλάς Ελληνικά, μιλάς κατά
τον Γιαννημάρα το «Κάλλιστον φώνημα», όπως αναφώνησε στη Λήμνο ο Φιλοκτήτης,
όταν μετά από 10 χρόνια απομόνωση, άκουσε τον Οδυσσέα, που τον επισκέφθη, να
του μιλάει Ελληνικά, δηλαδή την «γλώσσα των θεών», όπως λεγόταν η γλώσσα μας
από τον Λατίνο ρήτορα Κικέρωνα.
Και να είσαι
βέβαιος, φίλε Μανόλη, ότι «εδώ κάτω» τα φιλαράκια σου, οι συμμαθητές σου, σου
μιλούν κάθε μέρα. Το όνομά σου αναφέρεται συνέχεια στις συζητήσεις μας. Το
όνομα σου έμεινε να φωτίζει σαν τηλαυγής φάρος στα μεσοπέλαγα της
καθημερινότητας μας. Μόνο την ψυχή σου πήρες «εκεί πάνω», ανάμεσα στο θεϊκό
πλήθος των αγγέλων, τώρα που άγγελος έγινες κι εσύ! Διότι όπως λέει ο Ορέστης
στην Ιφιγένεια, όταν συνελήφθη στην Ταυρίδα «το σώμα το εμόν θύσεις ουχί το όνομα».
Και να
αισθάνεσαι, φίλε Μανόλη, ήρεμος πια και γαλήνιος, διότι η ψυχή σου, όπως
τονίζει ο ιερός Χρυσόστομος, ήδη έχει μεταβεί από την γήινη πρόσκαιρη ζωή στην
επουράνια αιώνια. Αυτό είναι εύκολο να συμβεί, γιατί όπως έγραφε το 1938 ο
σπουδαίος ποιητής Γιώργος Σαραντάρης:
«Κοιμηθήκαμε με
στόμα ανοικτό.
Κι ο Θεός έριξε
τ’ αγκίστρι
Και μας πήρε
την ψυχή».
Και
να είσαι ήσυχος ότι με το καθυγιασμένο νερό από το αρδάνιο ερράντισαν και
ξέπλυναν κάθε σημάδι της αγαθής ψυχής σου, που τώρα πια να είσαι σίγουρος ότι
κι εμείς-ακόμα και από τόσο μεγάλη απόσταση- τη βλέπουμε σαν πυγολαμπίδα να
λαμπυρίζει εκεί ψηλά στον ουρανό.