Με
αφορμή κάποιες … ηχοβολιστικές μετρήσεις …
Εισαγωγή.
Παρασκευή
βράδυ (3/8), από … επαγγελματική διαστροφή, βρέθηκα στο επονομαζόμενο «θέατρο» στην
Ανατολική Τάφρο, με ένα συνεργείο τεχνικών από το Ε. Μ. Π. που θα έκαναν
κάποιες ηχοβολιστικές μετρήσεις για μια μελέτη που αφορούσε την βελτίωση
της ακουστικότητας του χώρου. Οι μετρήσεις αυτές έπρεπε να γίνουν πριν από την
έναρξη μιας παράστασης για να καταγραφεί η απορροφητικότητα του ήχου από την
παρουσία του κοινού. Έτσι «ευνοήθηκα» από τις συνθήκες και παρακολούθησα και
την παράσταση, σαν «προσκεκλημένος» – μια και το βαλάντιό μου με την κρίση δεν
θα μου επέτρεπε να την παρακολουθήσω αλλιώς.
Τα
αποτελέσματα των μετρήσεων θα τα πληροφορηθείτε μόλις ολοκληρωθεί η μελέτη από
το Εργαστήριο Ήχου του Ε. Μ. Π. που ανέλαβε την εκπόνησή της – και για να μην
διατυπωθεί καμιά «ένσταση», την εκπονεί ο κ. Γεώργιος Καμπουράκης, καθηγητής
του εργαστηρίου ΑΦΙΛΟΚΕΡΔΩΣ, δωρεάν δηλαδή για λογαριασμό του Δήμου Χανίων –
αλλά αυτό που σας καταθέτω εδώ είναι μια άποψη πάνω στο έργο που παραστάθηκε
από το ΔΗ. ΠΕ. ΘΕ. Βέροιας και ήταν η τραγωδία του Ευριπίδη «Ιφιγένεια εν
Αυλίδι», σε σκηνοθεσία Θέμου Μουμουλίδη.
1. «Ιφιγένεια
εν Αυλίδι» μια τραγωδία χωρίς κάθαρση (!)
1.1. Το
κείμενο.
Είναι
εντυπωσιακό αλλά αυτή η τραγωδία διαφέρει από τις άλλες και του ίδιου συγγραφέα
αλλά και των υπολοίπων αρχαίων τραγικών. Η διαφορά της συνίσταται ότι η τελική
λύση της τραγωδίας είναι ένα «μεταφυσικό θαύμα», με την αντικατάσταση της υπό
θυσίαν κόρης του Αγαμέμνονα με ένα … ελάφι, κατά την περιγραφή της τροφού
του Ορέστη. Έτσι δεν επέρχεται η – κατά κανόνα ηθικού
και δικαίου – «κάθαρση», που είναι το κυρίαρχο στοιχείο τέλους της κάθε
τραγωδίας.
Γιατί;
Η
τραγωδία αυτή γράφτηκε το 408 – 406 π. Χ., όταν ο ποιητής ήταν αυτοεξόριστος
μακριά από την Αθήνα στην Μακεδονία και μετά την «Ιφιγένεια η εν Ταυρίδι» που
γράφτηκε μεταξύ του 413 π. Χ. και του 408 π. Χ., την οποία ο ποιητής δεν την
είδε ποτέ μια και διδάχτηκε μετά τον θάνατό του από τον γιό του. Αιρετικός στις
απόψεις του ο Ευριπίδης καυτηριάζει τις αυθαιρεσίες της εξουσίας, όποιας
εξουσίας, πολιτικής, θρησκευτικής, στρατιωτικής και στα δυο του έργα, αφήνοντας
τον θεατή να κρίνει την επιβλητέα ποινή στην «ύβρι» που αυτή η εξουσία
διαπράττει σε βάρος των ανθρώπων.
Κατά
τούτο λοιπόν η επιλογή του συγκεκριμένου έργου είναι επιτυχής: μια τραγωδία,
όπου η εξουσία παραμένει στο απυρόβλητο, χωρίς καμία επίπτωση για τις ενέργειές
της. Μήπως αυτό δεν συμβαίνει και στην σύγχρονη Ελλάδα: ως «πρόβατον επί
σφαγήν» ωθείται ο ελληνικός λαός, στα πλαίσια ενός ανάλγητου εξουσιαστικού
συστήματος, το οποίο μάλιστα διατηρείται στην θέση του με τις «ευλογίες» του
ίδιου του λαού.