Σε λίγες μέρες συμπληρώνονται 90 χρόνια απ`την καταστροφή της Σμύρνης. Οι εικόνες -του video που επισυνάπτεται - ζωντάνεψαν όλες τις διηγήσεις της μητέρας μου, που άκουγα από μικρό παιδί, όταν μικρό δεκάχρονο παιδί κι`εκείνη, έφυγε από `κει, σαν προσφυγόπουλο.
"Με ανέλπιστα και φοβερά πράγματα οι θεοί
υφαίνουν τη ζωή μας. Εκείνα που ήταν για να γίνουν
δεν έγιναν ποτέ. Κι αυτά που γίνονται
δεν ήταν για να γίνουν" ( Μήδεια )
Παρακάτω μεταφέρω κάποια απ` τις διηγήσεις της μητέρας μου για την καταστροφή της Σμύρνης, αδυνατώντας, όμως να εκφράσω τον απέραντο καημό, την πίκρα και τη νοσταλγία που στάλαζαν τα λόγια της. Συνήθως τις κουβέντες αυτές τις κάναμε η μάνα μου, εγώ και τ`αδέρφια μου, καθισμένοι γύρω απ`το μεγάλο τραπέζι της κουζίνας, μετά το βραδυνό μας φαγητό και πιστεύω, τώρα πιά, ότι ήταν σαν ένα μνημόσυνο για ό,τι έχασε και άφησε οριστικά πίσω της.
"Δυό βδομάδες πριν γίνει το κακό, μαζευτήκαμε οι Έλληνες στην εκκλησία της Αγίας Φωτεινής, και ο Δεσπότης, μετά τη λειτουργία, με πολλή σοβαρότητα αντί για κήρυγμα, μας είπε: παιδιά μου, τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Να είστε έτοιμοι να φύγετε, έρχονται οι Τούρκοι. Φαίνεται ότι χάνουμε τη Σμύρνη. Κάντε κουράγιο, ο θεός ας μας βοηθήσει.
Πράγματι, σε λίγες μέρες είδαμε τον ελληνικό στρατό να φεύγει με τα πλοία και η πόλη γέμισε με με τούρκους αξιωματικούς και στρατιώτες. Από πίσω ήρθαν οι "τσέτες" που άρχισαν το πλιάτσικο. Το σπίτι μας ήταν στον "απάνω μαχαλά", κι όταν αγρίεψαν τα πράματα, μας πήρε όλους ο πατέρας μου, δηλαδή εμένα, τη μάνα μου, την μικρότερη αδερφή μου τη Χρύσα και τον Ευάγγελο, που ήταν μωρό σαράντα ημερών, κι αρχίσαμε να κατηφορίζουμε προς την παραλία. Όταν φτάσαμε, αυτό που αντικρίσαμε ήταν απερίγραπτο. Ο κόσμος ταραγμένος και πολύς, σπρώχνοντας ο ένας τον άλλο, προσπαθούσε να μπεί σε κάποιο πλοίο, ενώ πυκνοί καπνοί έβγαιναν απ`τα κτίρια που καίγονταν. Ξέχασα να σας πω, ότι στο δρόμο προς την παραλία, μιά μικρή τουρκάλα άρπαξε την κούκλα μου, που δεν αποχωριζόμουνα. Κι εγώ, μέχρι τότε ένα ήσυχο παιδί, πάλεψα μαζί της. Τη δάγκωσα πολλές φορές, ώσπου την πήρα απ` τα χέρια της. Στο δρόμο επίσης, αγριεμένοι τούρκοι ρωτούσαν όποιον κατηφόριζε: Aρμέν, γιόκσα Γιουνάν; Όποιος έλεγε Αρμέν τον σκότωναν επί τόπου, τους Έλληνες μόνο τους κοίταζαν άγρια. Στην προκυμαία, τον πατέρα μου τον πλησίασε ένας τούρκος αξιωματικός με τρείς στρατιώτες και τον διέταξε να τον ακολουθήσει. Θυμάμαι, με έσφιξε με τέτοια στοργή στην αγκαλιά του, δάρυσε, μας αποχαιρέτησε και είπε στη μητέρα μου: Eλένη, τα παιδιά και τα μάτια σου. Ύστερα τον πήραν. Ήταν η τελευταία φορά που τον είδαμε....."
Την μετέπειτα εξέλιξη την αποφορτίζω, και τη μεταφέρω με δικά μου λόγια. Η οικογένεια δεν έφυγε τελικά αμέσως, αλλά επέστρεψε πάλι στο σπίτι, και ακούγοντας ότι κάποιος τούρκος αξιωματικός μπορούσε με το αζημίωτο να τον απελευθερώσει, η γιαγιά μου συμφώνησε αμέσως να δώσει ό,τι έχει και δεν έχει. Η συμφωνία τηρήθηκε μόνο από τη γιαγιά μου. Ο Τούρκος πήρε τα χρήματα, αλλά τον παππού μου δεν τον ξαναείδαν. Πολύ αργότερα έμαθαν ότι τον είχαν απαγχονίσει.
Δεν θεωρώ σωστό να επεκταθώ περισσότερο σε πράγματα, που μπορεί για κάποιους να ακούγονται χιλιοειπωμένα, κουραστικά και φθαρμένα και αποφεύγοντας σκόπιμα κάθε πολιτική ή ιστορική ανάλυση.
Αντώνης
Αντώνη, το ντοκουμέντο – μαρτυρία της μητέρας σου, είναι πράγματι συγκλονιστικό και αποτυπώνει γλαφυρά τις δραματικές στιγμές που έζησε ο Ελληνισμός της Σμύρνης, εκείνες τις μέρες της Μεγάλης Καταστροφής.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτο Γυμνάσιό μας – λόγω της άμεσης γειτνίασής του με τον Δήμο της Νέας Σμύρνης – φοιτούσαν αρκετοί μαθητές με καταγωγή από την Σμύρνη της Μικράς Ασίας (Έλληνες και Αρμένιοι) γεγονός που μας έφερε κοντά στην κουλτούρα τους και στον τρόπο ζωής τους.